- βουλευταί
- βουλευτήςcouncillormasc nom/voc plβουλευτόςdevisedfem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Boule (ancient Greece) — In the cities of ancient Greece, the boule (Greek: βουλή, plural βουλαί or boulai from the ancient Greek verb βούλομαι ( boulomai ) meaning to will (after deliberating); Latin: volo ) was a council of citizens (called βουλευταί transliterated as… … Wikipedia
Союзы — Греция. Вне пределов родного города древние греки не пользовались никакими правами и не могли рассчитывать на покровительство должностных лиц чужого государства. Такая беззащитность, если и несколько смягчалась тем, что все чужестранцы находились … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
КЛИСФЕН — • Clisthĕnes, Κλεισθένης, 1. последний тиран сикионский, потомок Орфагора, принадлежал к племени эгиалейцев, охватывающее собой население, бывшее там раньше дорян. Он переименовал эгиалейцев в архелайцев и в то же время… … Реальный словарь классических древностей
FABA — inter legumine maximi habita, multiplici sese utilitate commendat; de qua sic Plin. l. 18. c. 12. Inter legumina maximus honos fabae: quippe ex qua tentatus sit etiam panis Eius multiplex usus onium quadrupedum generi, praecipue homini. Frumento… … Hofmann J. Lexicon universale
διαχειροτονώ — διαχειροτονῶ ( έω) (Α) 1. εκλέγω, αποφασίζω πλειονοψηφικά με ανύψωση τού χεριού 2. γεν. εκλέγω, αναθέτω με εκλογή 3. (για πρόσωπα) αποφαίνομαι («τὸν δὲ μὴ ἐξομνύμενον διαχειροτονοῡσιν oἱ βουλευταί, πότερον ἐπιτήδειος εἰς τὸ Ιππεύειν ἢ οὐ»,… … Dictionary of Greek
πελιγάνες — Α (κατά τον Ησύχ.) «βουλευταί». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. πελιγᾶνες όπως και ο τ. πελιγόνες, που παραδίδει ο Ησύχιος, είναι διαλεκτικοί τ. μακεδονικής προέλευσης που συνδέονται με το επίθ. πελιδνός (για τη σημ. τών τ. πρβλ. πέλεια: πέλειος) βλ. και λ.… … Dictionary of Greek
προσκαταγράφω — Α καταγράφω επί πλέον («προσκαταγραφέντες βουλευταί» [σε συμβούλιο ή σύνοδο] καταγραφέντες, εγγραφέντες ως νέοι βουλευτές, Διον. Αλ.) … Dictionary of Greek